“олений глаз” баклажана - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

“олений глаз” баклажана - translation to γαλλικά

СТРАНИЦА ЗНАЧЕНИЙ В ПРОЕКТЕ ВИКИМЕДИА
Остров Олений; Олений остров; Олений (остров)

олений глазбаклажана      
mildiou terrestre de l'aubergine
олений         
de cerf ; cervin; de renne ( ср. олень )
олений крик - brame m , bramement m ; râle m , râlememnt ( крик олененка )
оленьи рога - bois
олений мох бот. - cladonie ( или lichen m ) des rennes
платицериум         
  • Э. Геккеля]] ''[[Kunstformen der Natur]]'' (1904)
  • ''Platycerium bifurcatum''
  • ''Platycerium ridleyi''
Platycerium; Плоскорог; Олений рог (растение)
platycérium ( m ) à corne d'élan

Ορισμός

олений
прил.
1) Соотносящийся по знач. с сущ.: олень, связанный с ним.
2) Свойственный оленю, характерный для него.
3) Принадлежащий оленю.
4) Состоящий из оленей.
5) Сшитый, изготовленный из шкуры оленя.

Βικιπαίδεια

Олений

Олений — производное от слова «олень»: